24
–ο Τζένσεν, φυσικά, αλλά και η Λιβ και ο Νιλς και ο Έρικ. Μέχρι
να φύγω απ’ το πατρικό μου, ήμουν
πάντα
η Ζίγκι. «Ωραία, πώς
σε φωνάζουν οι φίλοι σου;»
«Χάνα», απάντησα χαμηλόφωνα.
Συνέχισε να με κοιτάζει έντονα. Τσέκαρε τον λαιμό μου, τα
χείλη μου και μετά, χωρίς να βιάζεται, με κοίταξε για αρκετή
ώρα στα μάτια. Μπορούσα να αισθανθώ την ενέργεια μεταξύ
μας… αλλά όχι. Δεν υπήρχε περίπτωση, σίγουρα το μυαλό μου
παρερμήνευε τα σημάδια. Αυτός ακριβώς, κυρίες και κύριοι,
ήταν ο δημόσιος κίνδυνος που άκουγε στο όνομα Γουίλ Σάμερ.
«Λοιπόν», ξεκίνησα να λέω εγώ σηκώνοντας τα φρύδια
μου. «Να αρχίσουμε να τρέχουμε;…»
Ανοιγόκλεισε τα μάτια του και μεμιάς φάνηκε να συνειδη-
τοποιεί πού βρισκόμασταν. «Εμ, βέβαια!»
Έγνεψε καταφατικά σηκώνοντας τα χέρια του για να
τραβήξει τον σκούφο του πιο χαμηλά και να καλύψει τα αυτιά
του. Έδειχνε πολύ πιο διαφορετικός απ’ ό,τι τον θυμόμουν
–περιποιημένος και πετυχημένος– αλλά αν τον κοίταζες από
κοντά, μπορούσες να διακρίνεις τα ανεπαίσθητα σημάδια από
τις τρύπες για τα σκουλαρίκια του.
«Πρώτον», είπε, οπότε εγώ έστρεψα γρήγορα την προσοχή
μου ξανά στο πρόσωπό του. «Θέλω να είσαι σε εγρήγορση για
τον πάγο. Κάνουν σοβαρές προσπάθειες για να κρατούν τα
μονοπάτια καθαρά, αλλά αν δεν προσέχεις, μπορεί να πάθεις
χοντρή ζημιά.»
«Εντάξει.»
Έδειξε το φιδωτό μονοπάτι που περνούσε μέσα απ’ το πα-
γωμένο νερό. «Αυτό είναι το εσωτερικό κομμάτι. Διατρέχει κυ-
κλικά τη λίμνη και νομίζω ότι θα είναι το πιο κατάλληλο, επει-
δή δεν έχει σχεδόν καθόλου κλίση.»
«Και τρέχεις αυτή τη διαδρομή κάθε μέρα;»