28
ότι οι άνθρωποι που είναι πιο σημαντικοί για σένα είναι εκεί-
νοι τους οποίους καταλήγεις να
βλέπεις
λιγότερο συχνά;» Όταν
είδα ότι δεν είχε πρόθεση να απαντήσει, πρόσθεσα: «Τον τε-
λευταίο καιρό νιώθω ότι δεν βάζω την ενέργειά μου σε αυτά
που έχουν αληθινό νόημα.»
Με την άκρη του ματιού μου τον είδα να στρέφει το κεφά-
λι του από την άλλη πλευρά συμφωνώντας. Δίστασε πάρα πο-
λύ ν’ απαντήσει, αλλά τελικά, όταν το έκανε, είπε: «Ναι, σε κα-
ταλαβαίνω απόλυτα.»
Ένα δευτερόλεπτο αργότερα άκουσα ξαφνικά το δυνατό
του γέλιο, έναν βαθύ ήχο που έμοιαζε να τρυπάει το πετσί μου
και να φτάνει ως τα κόκαλά μου.
«Τι ακριβώς
κάνεις
εκεί;» με ρώτησε.
Όταν προσπάθησα να καταλάβω τι έβλεπε, διαπίστωσα
ότι κοίταζε τα σταυρωμένα χέρια στο στήθος μου. Χαμήλωσα
τα μάτια από ντροπή προτού παραδεχτώ: «Πονάνε τα στήθη
μου. Πώς τα καταφέρνετε εσείς οι άντρες;»
«Ε, να, εμείς δεν έχουμε…» Έκανε μια ακαθόριστη χειρονο-
μία δείχνοντας την περιοχή του στήθους μου.
«Ναι, αλλά τι γίνεται με τα υπόλοιπα; Θέλω να πω, φοράτε
μποξεράκια όταν τρέχετε;»
Χριστέ μου, μα πόσο βλαμμένη εί-
σαι; Πρόβλημα υπ’ αριθμόν ένα: δεν λέμε ό,τι μας κατεβαίνει στο
κεφάλι.
Γύρισε να με κοιτάξει ξανά σε κατάσταση προφανούς σύγ-
χυσης, με αποτέλεσμα παραλίγο να σκοντάψει σ’ ένα πεσμένο
κλαδί. «Ορίστε;»
«Μπο-ξε-ρά-κια;» επανέλαβα, τονίζοντας εμφατικά όλες
τις συλλαβές. «Ή μήπως φοράτε κάτι που δεν αφήνει τα α-
ντρικά σας εξαρτήματα να…»
Με διέκοψε μ’ ένα δυνατό γέλιο σαν γάβγισμα που αντή-
χησε στα δέντρα κι ύστερα χάθηκε στον παγωμένο αέρα. «Ναι,