9
τα δικά μου λάθη.» Και μετά άρχισε να τακτοποιεί κάτι χαρτιά
πάνω στο γραφείο του και να κοιτάζει επίμονα τα χέρια του
ώσπου εγώ βαρέθηκα, σηκώθηκα και επέστρεψα στο εργα-
στήριο.
Ήταν φανερό ότι είχα αποτύχει.
«Το ξέρω ότι γίνομαι φορτικός», ψιθύρισε ο Τζένσεν.
«Λιγάκι…» συμφώνησα.
«Ξέρω επίσης ότι χώνω τη μύτη μου εκεί που δεν πρέπει.»
Τον κοίταξα με κατανόηση και ψιθύρισα: «Είσαι η προσω-
πική μου
Παλλάδα Αθηνά.
»
«Με τη διαφορά ότι δεν είμαι απ’ την Ελλάδα κι ότι έχω
πουλί.»
«Ναι, αυτό προσπαθώ να μην το θυμάμαι.»
Ο Τζένσεν αναστέναξε και, επιτέλους, ο μπαμπάς φάνηκε
να συνειδητοποιεί ότι μπορούσε κι αυτός να παίξει έναν ρόλο.
Είχαν έρθει και οι δύο μαζί να με δουν και, παρ’ όλο που μου
είχε φανεί παράξενη αυτή η από κοινού τυχαία επίσκεψη στα
μέσα Φεβρουαρίου, δεν το είχα πολυσκεφτεί μέχρι τώρα. Ο
μπαμπάς με αγκάλιασε με το ένα του χέρι από τον ώμο και με
έσφιξε. Αν και τα μπράτσα του ήταν μακριά και λεπτά, ανέκα-
θεν μπορούσε να σε σφίξει σαν μέγγενη· ήταν ένας άντρας πο-
λύ πιο δυνατός απ’ ό,τι έδειχνε. «Είσαι καλό παιδί, Ζιγκς.»
Χαμογέλασα. Έτσι αντιλαμβανόταν ο πατέρας μου ότι έ-
πρεπε να είναι μια θερμή και εποικοδομητική συζήτηση μεταξύ
πατέρα και κόρης. «Ευχαριστώ.»
Ο Τζένσεν πρόσθεσε: «Ξέρεις ότι σ’ αγαπάμε.»
«Κι εγώ σας αγαπώ. Τον περισσότερο καιρό.»
«Ας πούμε όμως ότι… θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να πα-
ρέμβουμε. Είσαι εθισμένη με τη δουλειά σου. Είσαι εθισμένη με
τη γρήγορη και επιτυχημένη εξέλιξη που θεωρείς ότι πρέπει να
έχει η καριέρα σου. Εντάξει, ίσως κι εγώ να επεμβαίνω υπερ-