19
29
30
31
«Αυτό θα ήταν τέλειο», είπα. «Ευχαριστώ.»
Κούνησε το κεφάλι και γύρισε προς τον υπάλληλο του αε-
ροδρομίου.
«Το τελευταίο μου ταξίδι ήταν στην Ινδία, πριν από έξι χρό-
νια», του είπα κι εκείνος στράφηκε ξανά προς το μέρος μου. «Ή-
μουν είκοσι χρονών και πήγαινα στην Μπάνγκαλορ με τη φίλη
μου τη Μόλι που έχει έναν ξάδερφο που δουλεύει εκεί σ’ ένα νο-
σοκομείο. Η Μόλι είναι πολύ καλό κορίτσι, αλλά όταν ταξιδεύου-
με κάνουμε κι οι δύο σαν χαζές και παραλίγο να μπούμε κατά
λάθος σ’ ένα αεροπλάνο για το Χονγκ Κονγκ.»
Χαμογέλασε. Καταλάβαινα ότι έλεγα ασυναρτησίες από τη
νευρικότητά μου κι ότι εκείνος φερόταν ευγενικά, αλλά δεν
μπορούσα να βάλω φρένο στον εαυτό μου και να μη συνεχίσω
την ιστορία μου.
«Μια γλυκύτατη κυρία στην πύλη επιβίβασης μας είπε πού
έπρεπε να πάμε κι εμείς ορμήσαμε τρέχοντας προς τον επόμε-
νο τερματικό σταθμό όπου είχε μεταφερθεί το αεροπλάνο μας
–δεν είχαμε ακούσει τις ανακοινώσεις γιατί αγοράζαμε μπίρες
απ’ το εστιατόριο– και καταφέραμε να επιβιβαστούμε την τε-
λευταία στιγμή πριν αρχίσει το αεροπλάνο να απομακρύνεται
απ’ την πύλη.»
«Τυχερές ήσασταν», μουρμούρισε. Με το πιγούνι του έδει-
ξε προς τη φυσούνα όταν ο υπάλληλος του αεροδρομίου ανα-
κοίνωσε ότι είχε έρθει η ώρα της επιβίβασης για την πρώτη
θέση και μου είπε. «Ήρθε η σειρά μας. Πάμε.»
Ήταν ψηλός και καθώς προχωρούσε, ο κώλος του με έκα-
νε να θυμηθώ με νοσταλγία τον Πάτρικ Σουέιζι από το
Dirty
Dancing
. Σάρωσα το κορμί του με το βλέμμα μου και αναρω-
τήθηκα πόση ώρα χρειαζόταν ένας άντρας για να γυαλίσει τό-
σο άψογα τα παπούτσια του. Αν έψαχνα να βρω στο κοστούμι