11
27
28
29
«Μα καλά, τόσα λεφτά έχεις. Γιατί δεν προσέλαβες
κάποιον να τα κάνει όλα αυτά;»
Ο Μπένετ γέλασε, με έπιασε απ’ τον καρπό και
τράβηξε τα δάχτυλά μου απ’ τα μαλλιά του. Τους έ-
δωσε ένα πεταχτό φιλί και κατέβασε το χέρι μου.
«Θέλεις να προσλάβω κάποιον για να
διπλώσει τα
προσκλητήρια
το τελευταίο βράδυ πριν φύγουμε για
το Σαν Ντιέγκο;»
«Ναι! Επειδή θέλω σεξ!»
«Μα δεν είναι πιο όμορφα
έτσι
; Να απολαμβάνου-
με ο ένας τη συντροφιά του άλλου», είπε σηκώνοντας
το ποτήρι του κρασιού του και πίνοντας με ύφος θεα-
τρικό μια γουλιά, «συζητώντας σαν δυο ευτυχισμένοι
μελλόνυμφοι;»
Τον αγριοκοίταξα. Η προσπάθειά του να με κάνει
να νιώσω ενοχές είχε πέσει στο κενό. «Εγώ σου πρό-
τεινα να κάνουμε σεξ. Καυτό, παθιασμένο σεξ στο
πά-
τωμα
. Μετά σου πρότεινα να σου πάρω πίπα. Κι εσύ
προτιμάς να διπλώνεις
χαρτιά!
Ποιος είναι λοιπόν ο
σπαστικός από τους δυο μας;»
Πήρε ένα προσκλητήριο και το περιεργάστηκε, α-
γνοώντας με. «Ο Φρέντερικ Μιλς», διάβασε δυνατά κι
άρχισε να μου σηκώνει την μπλούζα, «μαζί με τον Έλι-
οτ και τη Σούζαν Ράιαν σάς προσκαλούν στον γάμο
των παιδιών τους, Χλόης Κάρολαϊν Μιλς και Μπένετ
Τζέιμς Ράιαν.»
«Ναι, ναι, είναι τόσο ρομαντικό…» ψιθύρισα. «Έλα
όμως τώρα εδώ και χάιδεψέ με.»