8
27
28
29
Εγώ όμως κόντευα να τρελαθώ. Η πτήση μας για
το Σαν Ντιέγκο ήταν στις έξι το πρωί της επόμενης
μέρας και οι βαλίτσες μας ήταν όλες έτοιμες, με εξαί-
ρεση τα τετρακόσια προσκλητήρια που έπρεπε να δι-
πλώσουμε. Στέναξα στην ιδέα ότι έπρεπε
επίσης
να
δέσουμε πεντακόσιες γαλάζιες κορδέλες γύρω από
πεντακόσια μικροσκοπικά σατέν σακουλάκια γεμάτα
κουφέτα.
«Ξέρεις τι θα έκανε πολύ καλύτερη την αποψινή
μας βραδιά;» ρώτησα.
Τα καστανά του μάτια με κοίταξαν φευγαλέα πριν
επιστρέψουν στη δουλειά που είχε αναλάβει.
Διπλώνεις, τοποθετείς.
«Ένα φίμωτρο ίσως;» πρότεινε.
«Πολύ αστείο. Όχι, δεν εννοούσα αυτό», είπα υψώ-
νοντας το μεσαίο μου δάχτυλο. «Αυτό που θα έκανε
πολύ καλύτερη την αποψινή βραδιά θα ήταν να παίρ-
ναμε ένα αεροπλάνο, να το σκάγαμε για το
Λας Βέγκας
,
να παντρευόμασταν και να πηδιόμασταν όλο το βράδυ
στο τεράστιο κρεβάτι του ξενοδοχείου.»
Δεν μπήκε στον κόπο να μου απαντήσει, ούτε καν
να μου χαρίσει ένα χαμογελάκι. Η αλήθεια είναι ότι με
είχε ακούσει να εκφράζω αυτή την επιθυμία τουλάχι-
στον εφτά χιλιάδες φορές τους τελευταίους μήνες.
«Πολύ καλά», απάντησα εγώ αντιδρώντας στη σι-
ωπή του. «Εγώ πάντως σοβαρολογώ. Δεν είναι πολύ
αργά για να τα παρατήσουμε όλα και να το σκάσουμε
στο Λας Βέγκας.»