10
27
28
29
βάλω μέσα της το δάχτυλό μου και ν’ αγγίξω τη ζεστή
επιδερμίδα της κοιλιάς του. Το προηγούμενο Σαββα-
τοκύριακο, όταν φορούσε εκείνο το ίδιο μπλουζάκι,
του είχα ζητήσει να μην το βγάλει όταν με στρίμωξε
στον πάγκο του μπάνιου και με πήδηξε, για να μπορώ
να το σφίγγω μες στις χούφτες μου.
Ανακάθισα λίγο στην καρέκλα μου για να εκτονώ-
σω κάπως την ένταση που είχα αρχίσει να νιώθω ανά-
μεσα στα πόδια μου. «Κρεβάτι ή πάτωμα; Εσύ διαλέ-
γεις», είπα και τον κοίταξα. Εκείνος παρέμενε ατάρα-
χος, ενώ εγώ ψιθύριζα: «Θα μπορούσα επίσης να γλι-
στρήσω κάτω απ’ το τραπέζι και να σου τον γλείψω
για αρχή.»
Ο Μπένετ χαμογέλασε πονηρά, αν και ήταν απορ-
ροφημένος στη δουλειά του. «Δεν θα αποφύγεις τις
ετοιμασίες του γάμου μ’ ένα πήδημα.»
Έγειρα πίσω στην καρέκλα μου και τον περιεργά-
στηκα. «Ποιος άντρας θα έλεγε κάτι τέτοιο; Πάει, χά-
λασες κι εσύ…»
Επιτέλους, με κοίταξε με βλέμμα σκοτεινό και πει-
νασμένο. «Ένα πράγμα θα σου πω: δεν χάλασα καθό-
λου. Απλώς θέλω να ξεμπερδεύω με όλα αυτά για να
μπορέσω μετά να σε τακτοποιήσω.»
«Να με τακτοποιήσεις
τώρα!
» γκρίνιαξα. Σηκώθη-
κα και τον πλησίασα. Έχωσα τα δάχτυλά μου στα μαλ-
λιά του και τα τράβηξα. Η αδρεναλίνη έρρεε μέσα μου
καυτή, ένιωθα το σώμα μου ηλεκτρισμένο. Εκείνος α-
νοιγόκλεισε τα βλέφαρά του κι έπνιξε ένα βογκητό.