Page 9 - 69015-amartia

Basic HTML Version

13
27
28
29
ταξε μισοκλείνοντας τα μάτια. «Θα κόψεις επιτέλους τις
μαλακίες και τη μουρμούρα; Είναι το τελευταίο
εργένικο
Σαββατοκύριακό
σου, γαμώτο! Φέρσου σαν άντρας, του-
λάχιστον σαν τον άντρα που ήσουν κάποτε.»
Τον περιεργάστηκα και αναρωτιόμουν γιατί ο ίδιος έ-
μενε κολλημένος στην καρέκλα του, ενώ είχε λυσσάξει να
με σηκώσει απ’ τη δική μου. «∆εν σου πρότεινε ο Τζόνι να
επισκεφθείς κι εσύ κανένα δωμάτιο; Για σένα δεν έχει πρι-
βέ χορό;»
Εκείνος γέλασε φέρνοντας το ποτήρι με το ουίσκι στα
χείλη του και ψιθύρισε: «Ένας χορός είναι, Μπεν. ∆ιάολε,
δεν σε στέλνουμε και στον οδοντίατρο...»
«Είσαι μαλάκας!» Σήκωσα το ποτήρι μου και κοίταξα
το παχύρρευστο διάφανο υγρό. Όταν ήρθα εδώ, ήξερα ότι
θα υπήρχαν γυναίκες και ποτά και ίσως κάποιες δραστη-
ριότητες που θα κινούνταν στα όρια της νομιμότητας, η
αλήθεια όμως ήταν ότι το ήξερε και η Χλόη. Μου είχε πει
να περάσω καλά και δεν είχα δει στο βλέμμα της την πα-
ραμικρή σκιά ανησυχίας ή καχυποψίας. Εξάλλου δεν υ-
πήρχε κανένας λόγος.
Έφερα στα χείλη το ποτό μου, το κατέβασα μονορούφι
και ψιθύρισα: «∆εν γαμιέται<» Σηκώθηκα και προχώρησα
προς τον διάδρομο. Τα υπόλοιπα μέλη της παρέας είχαν,
παραδόξως, τη διακριτικότητα να μην αρχίσουν τις ζητω-
κραυγές, όμως ένιωθα τα βλέμματά τους καρφωμένα στην
πλάτη μου καθώς προχωρούσα προς τον διάδρομο που
βρισκόταν αριστερά από την κεντρική σκηνή.
Μόλις πέρασα το κατώφλι, το χρώμα του χαλιού άλλαξε
από μαύρο σε βαθύ μπλε ρουά και ο χώρος έδειχνε ακόμα