13
29
30
31
Τον παρατήρησα καλύτερα. Φιλικό βλέμμα. Στεκόταν, όχι
υπερβολικά κοντά μου, αλλά αρκετά κοντά για να καταλάβω
ότι είχε έρθει σ’ αυτό το σημείο του μπαρ με σκοπό να μου μι-
λήσει. «Το 'πιασα το υπονοούμενο.»
Ο μπάρμαν χτύπησε την μπάρα με τα δάχτυλά του και με
ρώτησε τι ήθελα να παραγγείλω. Ξερόβηξα για να πάρω κου-
ράγιο. «Τρεις
πίπες
.» Αγνόησα το εκνευρισμένο ξεφύσημά του
και στράφηκα ξανά προς τον ξένο μου.
«Δεν ακούγεσαι για Νεοϋορκέζα», είπε μ’ ένα χαμόγελο
που μίκρυνε λίγο αλλά δεν χάθηκε από τα συνεχώς γελαστά
του μάτια.
«Ούτε κι εσύ.»
«Σωστό κι αυτό. Γεννήθηκα στο Λιντς, δούλεψα στο Λον-
δίνο και ήρθα εδώ πριν από έξι χρόνια.»
«Πέντε μέρες», δήλωσα στρέφοντας τον αντίχειρά μου στο
στήθος μου. «Από το Σικάγο. Η εταιρεία στην οποία δούλευα
άνοιξε εδώ γραφεία και μ’ έστειλαν να αναλάβω τo Οικονομικό
Τμήμα.»
Τέλεια, Σάρα. Άφθονες πληροφορίες. Στρώνεις τον δρόμο
για τον τρελό δολοφόνο με το πριόνι.
Είχα τόσο καιρό να κοιτάξω άλλον άντρα. Ο Άντι ήταν ει-
δικός σε τέτοιου είδους καταστάσεις, όμως εγώ δυστυχώς είχα
ξεχάσει εντελώς να φλερτάρω. Έριξα μια ματιά προς το μέρος
όπου περίμενα να δω την Τζούλια και τη Χλόη να χορεύουν,
αλλά δεν μπόρεσα να τις ξεχωρίσω μέσ’ στο πλήθος των κορ-
μιών πάνω στην πίστα. Είχα σκουριάσει σε σχέση με αυτό το
τελετουργικό, σαν να ήμουν ξανά παρθένα.
«Οικονομικά; Είμαι κι εγώ άνθρωπος των αριθμών», είπε
εκείνος και περίμενε να στρέψω ξανά το βλέμμα μου επάνω
του για να πλατύνει μερικούς πόντους το χαμόγελό του. «Είναι
ωραίο να υπάρχουν και γυναίκες στον χώρο. Έχουμε πήξει από