8
ληφθείς ότι η ομορφιά είναι επιδερμική, ενώ η ασχήμια φτάνει
ως το κόκαλο.» Είχα γνωρίσει αρκετούς αντιπαθητικούς ά-
ντρες τα τελευταία χρόνια, είχα βγει με μερικούς τέτοιους όταν
πήγαινα σχολείο ή και αργότερα στο κολέγιο. Αυτός εδώ όμως
ήταν το κάτι άλλο.
«Καλημέρα σας, δεσποινίς Μιλς!» Ο κύριος Ράιαν στεκόταν
στην είσοδο του γραφείου μου, το οποίο χρησίμευε και ως
προθάλαμος του δικού του. Η φωνή του έσταζε μέλι, με έναν
παραπλανητικό τρόπο… σαν να είχε χυθεί πάνω στον πάγο το
μέλι και να είχε κρυσταλλώσει.
Εκείνο το πρωί είχα ήδη βρέξει το κινητό μου, είχα πετάξει
κατά λάθος τα σκουλαρίκια μου στα σκουπίδια, με είχαν τρα-
κάρει από πίσω στον αυτοκινητόδρομο, είχα αναγκαστεί να
περιμένω τους μπάτσους να έρθουν και να μας πουν αυτό που
ήδη γνωρίζαμε και οι δύο –ότι έφταιγε ο άλλος οδηγός– και το
τελευταίο πράγμα που χρειαζόμουν ήταν ένας ξινός κύριος
Ράιαν.
Δυστυχώς για μένα, δεν κυκλοφορούσε σε άλλες γεύσεις.
Του απάντησα με το συνηθισμένο μου «Καλημέρα, κύριε
Ράιαν», ελπίζοντας ότι θα μου απαντούσε με το συνηθισμένο
κοφτό νεύμα του.
Όταν όμως επιχείρησα να τον προσπεράσω διακριτικά,
εκείνος μουρμούρισε: «Σοβαρά; Τι εννοείτε λέγοντας "Καλημέ-
ρα", δεσποινίς Μιλς; Τι ώρα είναι στον κόσμο σας;»
Σταμάτησα και αντιμετώπισα το ψυχρό βλέμμα του. Ήταν
τουλάχιστον είκοσι εκατοστά ψηλότερος από μένα, και πριν
αρχίσω να δουλεύω για κείνον δεν είχα νιώσει ποτέ τόσο μι-
κροσκοπική. Είχα κλείσει έξι χρόνια στον Όμιλο Ράιαν Μίντια.
Αλλά από τη στιγμή που εκείνος επέστρεψε στην οικογενειακή
επιχείρηση, πριν από εννέα μήνες, είχα αρχίσει να φοράω τα-