24
«Πες ευχαριστώ…» ψιθύρισε.
Έχωσα τα χέρια μου μες στα μαλλιά του και τα τράβηξα με
δύναμη, ελπίζοντας να τον κάνω να αντιδράσει, για να κατα-
λάβω αν ήταν στα καλά του ή είχε παραισθήσεις.
Τι κάνουμε;
Βόγκηξε, με έπιασε απ’ τα χέρια και φίλησε τον λαιμό μου,
ξανά και ξανά, πιέζοντας τον πούτσο του στο στομάχι μου.
«Τώρα κάνε με εσύ να νιώσω καλά.»
Ελευθέρωσα το ένα χέρι μου, το κατέβασα στον πούτσο
του κι άρχισα να τον χαϊδεύω. Ήταν βαρύς και μεγάλος, χω-
ρούσε τέλεια στην παλάμη μου. Ήθελα να του το πω, αλλά
προτιμούσα να πέσει φωτιά να με κάψει παρά να του ομολο-
γήσω πόσο υπέροχη ήταν η αίσθηση. Προτίμησα να τραβηχτώ
απ’ τα χείλη του και να τον κοιτάξω με μισόκλειστα μάτια.
«Θα σε κάνω να χύσεις τόσο δυνατά που θα ξεχάσεις πως
πρέπει να φέρεσαι σαν να είσαι ο μεγαλύτερος μαλάκας του
κόσμου…» ψιθύρισα γλιστρώντας προς τα κάτω πάνω στο
τζάμι ενώ έπαιρνα αργά αργά ολόκληρο τον πούτσο του στο
στόμα μου, έως το λαρύγγι μου. Το σώμα του σφίχτηκε κι έ-
βγαλε ένα βαθύ βογκητό. Σήκωσα πάνω του το βλέμμα μου –οι
παλάμες και το μέτωπό του ακουμπούσαν στο τζάμι, τα μάτια
του ήταν σφιχτά κλειστά. Έδειχνε τρωτός, έδειχνε υπέροχα
παραδομένος.
Όμως
δεν ήταν
τρωτός. Ήταν το μεγαλύτερο καθίκι στον
πλανήτη κι εγώ ήμουν πεσμένη στα γόνατα μπροστά του. Δεν
ήταν δυνατόν.
Αντί λοιπόν να του δώσω αυτό που ήξερα ότι ήθελε, ση-
κώθηκα, κατέβασα τη φούστα μου και τον κοίταξα. Μου ήταν
πιο εύκολο τώρα που εκείνος δεν με άγγιζε και δεν μου έκανε
πράγματα που δεν ήταν δουλειά του να μου κάνει.