Page 13 - katharma

Basic HTML Version

17
Η θερμότητα από το χέρι του διαπέρασε τη φούστα μου κι
έφτασε στην επιδερμίδα μου. Όλοι οι μύες του σώματός μου
σφίχτηκαν κι ένιωσα τα σωθικά μου να λιώνουν. Μα τι διάολο
έκανε; Το μυαλό μου ούρλιαζε να διώξω το χέρι του από πάνω
μου, το κορμί μου όμως είχε διαφορετική γνώμη. Οι ρώγες μου
σκλήρυναν και η μοναδική μου αντίδραση ήταν να σφίξω τα
δόντια μου.
Προδότρες ρώγες.
Με την καρδιά μου να σφυροκοπά στο στήθος, πέρασε
τουλάχιστον μισό λεπτό, και κανένας απ’ τους δυο μας δεν είπε
τίποτα καθώς το χέρι του κατέβαινε στον μηρό μου χαϊδεύο-
ντάς με. Οι ανάσες μας και ο υπόκωφος θόρυβος της πόλης
που απλωνόταν κάτω μας ήταν οι μοναδικοί ήχοι που ακούγο-
νταν μέσα στη βουβή αίθουσα συνεδριάσεων.
«Κοιτάξτε με, δεσποινίς Μιλς.» Η ήρεμη φωνή του έσπασε
τη σιωπή κι εγώ ίσιωσα την πλάτη μου με το βλέμμα καρφω-
μένο μπροστά. Στράφηκα αργά προς το μέρος του ενώ το χέρι
του γλιστρούσε στον γοφό μου. Μπορούσα να νιώσω την πα-
λάμη του να έχει απλωθεί από τις άκρες των δαχτύλων του
στο κάτω μέρος της πλάτης μου έως το σημείο όπου ο αντίχει-
ράς του πίεζε τη μαλακή επιδερμίδα ακριβώς πάνω απ’ τον
κώλο μου. Κατέβασα το βλέμμα μου για να συναντήσω το δικό
του. Εκείνος με κοίταζε επίμονα.
Έβλεπα το στήθος του να ανεβοκατεβαίνει. Η κάθε ανά-
σα του ήταν βαθύτερη από την προηγούμενη. Ένας μυς σφί-
χτηκε στο πιγούνι του καθώς ο αντίχειράς του άρχισε να
προχωράει, γλιστρώντας αργά μπρος πίσω, χωρίς ποτέ τα
μάτια του να αποχωρίζονται τα δικά μου. Περίμενε να τον
σταματήσω. Είχα κάθε ευκαιρία να σπρώξω το χέρι του από
πάνω μου ή απλώς να του γυρίσω την πλάτη και να φύγω. Τα
συναισθήματά μου όμως ήταν πολύ μπερδεμένα για να μπο-