11
27
28
29
διά του τελευταίου εργένικου Σαββατοκύριακού σου κι έ-
νας πριβέ χορός επιβάλλεται.»
«Όσο κι αν σας φαίνεται περίεργο, εγώ συμφωνώ με
τον Μπένετ», είπε ο Γουίλ. «Αυτοί οι χοροί από άγνωστες
κοπέλες είναι μάλλον απαίσιοι. Πού πρέπει να βάλεις τα
χέρια σου; Πού να κοιτάξεις; ∆εν είναι όπως με μια ερωμέ-
νη –παραείναι απρόσωπο.»
Ενώ ο Χένρι επέμενε ότι ο Γουίλ προφανώς δεν είχε
απολαύσει ποτέ έναν καλό πριβέ χορό, ο Μαξ σηκώθηκε
όρθιος για να μιλήσει σ’ έναν άντρα που έδειχνε σαν να
έχει ξεφυτρώσει από το πουθενά δίπλα στο τραπέζι μας.
Ήταν πιο κοντός από τον Μαξ –πράγμα καθόλου ασυνή-
θιστο– με γκρίζους κροτάφους. Το πρόσωπο και τα μάτια
του απέπνεαν μια ηρεμία που έδειχνε ότι είχε κάνει πολλά
στη ζωή του και είχε δει ακόμα περισσότερα. Φορούσε ένα
πολύ ωραίο μαύρο κοστούμι και τα σφιγμένα χείλη του
σχημάτιζαν μια λεπτή γραμμή. Κατάλαβα ότι πρέπει να
ήταν ο περίφημος Τζόνι Φρεντς, τον οποίο είχε αναφέρει ο
Μαξ στη διάρκεια της πτήσης μας.
Παρ’ όλο που υπέθετα ότι κουβέντιαζαν για το πώς θα
μου έφερναν μια χορεύτρια, είδα τον Τζόνι να ψιθυρίζει
κάτι και τον Μαξ να γυρίζει τα μάτια προς τον τοίχο, κάπως
συνοφρυωμένος. Είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός
χεριού οι φορές που έχω δει τον Μαξ να μην είναι χαλα-
ρός, γι’ αυτό και έσκυψα μπροστά προσπαθώντας να κα-
ταλάβω τι έτρεχε. Ο Χένρι και ο Γουίλ ήταν στον κόσμο
τους, έχοντας στρέψει ξανά την προσοχή τους στις γυμνές
πλέον χορεύτριες πάνω στη σκηνή. Τελικά οι ώμοι του
Μαξ χαλάρωσαν, σαν να είχε βγάλει κάποιο συμπέρασμα