28
29
30
31
απ’ τα μπούτια μου, στον σκληρό του πούτσο που πίεζε επίμο-
να το στομάχι μου.
«Δεν με νοιάζει.»
«Έχεις μεθύσει. Μήπως έχεις μεθύσει πολύ; Αν σε πηδήξω,
θέλω να το θυμάσαι.»
«Τότε φρόντισε να μου μείνει αξέχαστο.»
Μου σήκωσε το πόδι και το ανάγκασε ν’ ανοίξει στο πλάι,
εκθέτοντας το γυμνό μου δέρμα στον κρύο αέρα που ερχόταν
από τη σχάρα του κλιματισμού ακριβώς από πάνω μας. Τύλιξε
τη γάμπα μου γύρω απ’ τον γοφό του. Ευτυχώς που είχα φο-
ρέσει τα δωδεκάποντα τακούνια μου. Γλίστρησα το χέρι μου
ανάμεσά μας, ξεκούμπωσα το τζιν του, κατέβασα το μποξεράκι
του αρκετά ώστε να ελευθερώσω τον καυλωμένο πούτσο του
και τύλιξα τα δάχτυλά μου γύρω του, τρίβοντάς τον πάνω στα
υγρά μου χείλη.
«Γαμώτο, Γλύκα. Περίμενε λίγο να φορέσω αυτό το πράγ-
μα.»
Του είχα ξεκουμπώσει το παντελόνι, αλλά είχε σκαλώσει
στους γοφούς του. Αν μας έβλεπε κανείς από πίσω, μπορεί και
να νόμιζε ότι χορεύαμε ή ότι απλώς φιλιόμασταν. Εκείνος όμως
παλλόταν μέσα στη χούφτα μου και η όλη κατάσταση με έκανε
να χάσω τον έλεγχο. Θα με έπαιρνε, εκεί ακριβώς, πάνω από το
πλήθος που χόρευε. Κάτω υπήρχαν άνθρωποι που με ήξεραν
ως την Καλή Σάρα, την Υπεύθυνη Σάρα, τη Σάρα του Άντι.
Καινούριο σπίτι, καινούρια δουλειά, καινούρια ζωή. Καινού-
ρια Σάρα.
Τον ένιωθα βαρύ και μακρύ μέσα στο χέρι μου. Τον ήθελα,
όμως φοβόμουν λίγο ότι θα με πονούσε. Δεν θυμόμουν να είχα
κρατήσει ποτέ στα χέρια μου έναν τόσο σκληρό και μεγάλο
πούτσο.
«Είσαι τεράστιος...» ψέλλισα.