19
Με αυτή την τέλεια υπενθύμιση την πλησίασα και συνέχισα την
κομψή επίθεσή μου στα κουμπιά της. Σπρώχνοντας το πουκάμισό
της πάνω από τους ώμους της και κατεβάζοντάς το στα μπράτσα
της, την κοίταξα εκεί που στεκόταν μπροστά μου, μόνο με ένα κόκκι-
νο δαντελένιο σουτιέν και ασορτί κιλοτάκι. Ήταν μικροσκοπικά.
«Πες μου τι θέλεις», είπα, νιώθοντας κάτι σαν απόγνωση καθώς
έσπρωχνα τα μαλλιά της πίσω από τον ώμο της για να μπορέσω να
της ρουφήξω τον λαιμό, το σαγόνι της, το αυτί της. «Τον πούτσο
μου; Το στόμα μου; Τα χέρια μου; Θεέ μου, θα τα κάνω όλα απόψε,
αλλά από πού ν’ αρχίσω; Έχω μήνες να σε δω και μου φαίνεται ότι
θα τρελαθώ.»
Έπιασα το χέρι της, τραβώντας την πιο κοντά μου. «Μωρό μου,
βάλε τα χέρια σου επάνω μου.»
Έφερε τα χέρια της στον λαιμό μου και αγκάλιασε το πρόσωπό
μου. Την ένιωσα να τρέμει.
«Μπένετ.»
Μόνο όταν πρόφερε το όνομά μου με αυτό τον τρόπο –σαν να
ήταν ντροπαλή, ίσως και ανήσυχη– θυμήθηκα ότι είχε πει πως ήθελε
κάτι να μου πει πέρα από το
σ’ αγαπώ
. Κάτι που δεν θα μου άρεσε.
«Τι τρέχει;»
Τα μάτια της ήταν διάπλατα, αναζητώντας τα δικά μου και ζη-
τώντας συγγνώμη.
«Μόλις τέλειωσα την παρουσίαση της διατριβής μου και –»
«Ω, γαμώτο. Είμαι γάιδαρος. Θα έπρεπε να σε βγάλω για δεί-
πνο ή –»
«... και υποσχέθηκα στην Τζούλια και στη Σάρα ότι θα βγαίναμε
μαζί –»
«... ίσως μπορούμε να πάμε να φάμε κάτι, αφού πρώτα πάμε να
τη βρούμε –» συνέχισα.
«... για ποτά μετά την παρουσίασή μου –»